Πήραν την ΚΑΛΟ και τη ρίξαν... στον γιαλό

Μια νέα Εθνική Στρατηγική για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία;

«Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία: το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που στηρίζονται σε μια εναλλακτική μορφή οργάνωσης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, κατανάλωσης και επανεπένδυσης, βασισμένη στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, καθώς και του σεβασμού στον άνθρωπο και το περιβάλλον».
Αυτός είναι ο ορισμός της ΚΑΛΟ, όπως είναι γνωστή με τα αρχικά της, στην ομώνυμη Διεύθυνση του υπουργείου Εργασίας (kalo.gov.gr), αφού από το 2019 έχει καταργηθεί η Ειδική Γραμματεία ΚΑΛΟ που είχε συστήσει η προηγούμενη κυβέρνηση.

Οι ορισμοί, όσο εύηχα και αν ακούγονται, δεν αρκούν για να περιγράψουν τη δύσκολη πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι από τους 2.280 φορείς οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο σχετικό μητρώο ΚΑΛΟ, ούτε οι 13.224 νομικές οντότητες που εντάσσονται κάτω από την ευρύτερη ομπρέλα της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας απασχολώντας πάνω από 86.000 εργαζόμενους.

Ήταν 2011, η Ελλάδα βρισκόταν ήδη υπό μνημονιακή εποπτεία, όταν ψηφίστηκε ο πρώτος νόμος για την Κοινωνική Οικονομία (η λέξη «Αλληλέγγυα» δεν υπήρχε καν) από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου. Είχε προηγηθεί το κίνημα των πλατειών, συνεχίζονταν οι μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στα μέτρα λιτότητας, τα λουκέτα και οι πτωχεύσεις μικρότερων αλλά και μεγάλων επιχειρήσεων ήταν στην ημερήσια διάταξη εκτοξεύοντας τους δείκτες της ανεργίας και ωθώντας πλατιά κομμάτια του πληθυσμού στο χείλος της εξαθλίωσης.

Για ένα κρίσιμο χρονικό διάστημα τα συνεργατικά εγχειρήματα, οι άτυπες αλληλέγγυες πρωτοβουλίες, οι προσπάθειες ανάκτησης και επαναλειτουργίας πτωχευμένων επιχειρήσεων από τους εργαζόμενούς τους, με χαρακτηριστικότερη όλων την περίπτωση της ΒΙΟΜΕ, πολλαπλασιάζονταν ως μια εναλλακτική απάντηση στη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή που είχε γνωρίσει ευρωπαϊκή χώρα σε καιρό ειρήνης.

Σήμερα, 12 χρόνια μετά την πρώτη θεσμική αναγνώριση της ΚΑΛΟ, δύο νόμους και οχτώ κυβερνήσεις αργότερα, ο λεγόμενος «τρίτος τομέας» της οικονομίας δεν προσελκύει όσο άλλοτε τα φώτα της δημοσιότητας. Κι όμως, το οικοσύστημα της ΚΑΛΟ εξακολουθεί όχι μόνο να επιβιώνει, αλλά να εξελίσσεται και να μετασχηματίζεται, έστω μετ' εμποδίων, παρά την έλλειψη ενός συντονισμένου σχεδίου στήριξης από το «επιτελικό κράτος».

Η συζήτηση για το τι είναι και τι μπορεί να προσφέρει η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, μπορεί να μην είναι πια τόσο της μόδας, αλλά παραμένει οδυνηρά επίκαιρη σε μια εποχή που οι νόμοι του κέρδους δείχνουν ακόμα πιο έντονα τα ματωμένα δόντια τους. Η «Εφ.Συν.», ως ανεξάρτητη συνεταιριστική εφημερίδα, δίνει τον λόγο σε ερευνητές και φορείς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ΚΑΛΟ και πασχίζουν με πείσμα να την αναδείξουν σε ένα περιβάλλον κρατικής αδιαφορίας και εσκεμμένης υποβάθμισης.

Απαραίτητα τα Κέντρα Στήριξης


Τα Κέντρα Στήριξης ΚΑΛΟ, που στόχευαν στην προώθησή της προς το ευρύ κοινό με ενημερωτικές δράσεις και αφετέρου σε υπηρεσίες υποστήριξης και συμβουλευτικής σε υφιστάμενους ή υπό σύσταση φορείς ΚΑΛΟ, είναι το μόνο στην ουσία πρόγραμμα που προκηρύχθηκε από τις αρμόδιες Αρχές και υλοποιήθηκε. Αλλά με μια εμβέλεια που υπολείπεται κατά πολύ από τις ανάγκες του πεδίου. Μετά δε το τέλος του προγράμματος τον Νοέμβριο του 2021 ελάχιστα, όπως το DOCK - Συνεργατικός Χώρος ΚΑΛΟ, συνέχισαν να λειτουργούν ως Κέντρα Στήριξης, ενώ τα περισσότερα έκλεισαν, όχι ως φορείς κοινωνικής οικονομίας γιατί έχουν και άλλες λειτουργίες, αλλά το αντικείμενό τους δεν έχει να κάνει τόσο με τη συμβουλευτική για την ΚΑΛΟ.

Το πρόγραμμα ξεκίνησε με μια προδημοσίευση τον Μάρτιο του 2018 για χρηματοδότηση επί 18 μήνες 140 Κέντρων Στήριξης σε όλη την επικράτεια. Στην προκήρυξη ο αριθμός τους μειώθηκε στα 89 που θα χρηματοδοτούνταν με 127.000 ευρώ για 30 μήνες. Αλλά προκρίθηκαν μόνο 15 και τελικά λειτούργησαν μόλις 11. Και έπειτα ανακοινώθηκε πως θα υπήρχε επαναπροκήρυξη της διαδικασίας «από την οποία αναμένεται να επιτευχθεί ικανοποιητικότερη γεωγραφική κάλυψη».

Υπήρξαν ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, όπως δείχνει έκθεση για το 2019-2020 (αφορούσε τα αποτελέσματα 2/3 του προγράμματος, δηλαδή 20 από τους συνολικά 30 μήνες λειτουργίας τους) που εκπόνησαν από κοινού τα 11 Κέντρα Στήριξης ΚΑΛΟ. Σύμφωνα με αυτή την έκθεση, προσέφεραν 880 ώρες εργασίας την εβδομάδα για τη στήριξη του πεδίου, με 8.951 περιπτώσεις ενημέρωσης και συμβουλευτικής, 43 υπηρεσίες συμμετοχικού επιχειρηματικού σχεδιασμού, 127 δράσεις δημοσιότητας που παρακολούθησαν κάπου 4.000 άτομα.

Τα βασικά αιτήματα Ενώσεων ΚΑΛΟ προς το υπουργείο Εργασίας

Απαιτούνται δημόσιες πολιτικές και χρηματοδοτικά εργαλεία


Γεωργία Μπεκριδάκη *

«Το υπουργείο Εργασίας εκπονεί σχετική μελέτη για την Εθνική Στρατηγική για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, την οποία δεν ανέθεσε σε κάποιον φορέα ΚΑΛΟ, πράγμα που μας προβλημάτισε, ενώ η προηγούμενη δεν εφαρμόστηκε ούτε υπήρξε ποτέ ένα Σχέδιο Δράσης. Τι έχει γίνει με την υπάρχουσα Εθνική Στρατηγική για την ΚΑΛΟ; Πώς προκύπτει η ανάγκη για μια καινούργια; Εχει γίνει κάποια αξιολόγησή της; Και τι κατεύθυνση θα έχει τελικά;»

Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα που θέτει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» η Γεωργία Μπεκριδάκη, μέλος του συνεργατικού χώρου Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας DOCK και της Ενωσης Φορέων ΚΑΛΟ Αττικής - Συντονισμός. Ο προβληματισμός αυτός αλλά και η διαιώνιση των πολλών προβλημάτων που μένουν ανεπίλυτα περισσότερα από δέκα χρόνια μετά τη θεσμική αναγνώριση αρχικά της Κοινωνικής Οικονομίας (ν.4019/2011) και στη συνέχεια της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας (ν.4430/2016) οδήγησαν πέντε Ενώσεις Φορέων ΚΑΛΟ να καταθέσουν κοινή επιστολή στο υπουργείο Εργασίας για τις πολιτικές στήριξης του πεδίου τής ΚΑΛΟ. Το πλήρες κείμενο βρίσκεται αναρτημένο στην ιστοσελίδα syn-kalo.org και το συνυπογράφουν οι ενώσεις Φορέων Αττικής - Συντονισμός, Κεντρικής Μακεδονίας - ΕΝ ΚΑΛΟ ΚΕΜ, Βορείου Αιγαίου - Συνέργεια, Νότιου Αιγαίου - Αρχιπέλαγος, Ηπείρου - Κοινό ΚΑΛΟ. Οι άξονες της νέας Εθνικής Στρατηγικής για την ΚΑΛΟ ήταν να παραδοθούν στα τέλη Οκτωβρίου - αρχές Νοεμβρίου, αλλά δεν έχει ανακοινωθεί τίποτα σχετικό και οι φορείς ανησυχούν.

«Εμείς δεν χρειαζόμαστε υποστήριξη για εκπαίδευση και εκδηλώσεις δικτύωσης, γιατί αυτά είναι πράγματα που μπορούμε να κάνουμε και μόνοι μας. Εκείνο που θέλουμε είναι πολιτικές κανονικής ανάπτυξης του πεδίου, χρηματοδοτικά εργαλεία, άρση των εμποδίων και Κέντρα Στήριξης σε όλη τη χώρα» τονίζουν οι εκπρόσωποι του Συντονισμού.

Τόσα χρόνια μετά δεν έχει γίνει εμπέδωση του νόμου από τις υπηρεσίες, δεν έχουν υπάρξει σχεδόν υπουργικές αποφάσεις και σαφείς εγκύκλιοι που να διασαφηνίζουν πλευρές της ιδιαιτερότητας των φορέων ΚΑΛΟ, με αποτέλεσμα αυτοί να συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν έναν πραγματικό τραγέλαφο με τις αρμόδιες υπηρεσίες. «Ακόμη μπορείς να δεις έναν ΟΑΕΔ να μη δίνει χρήματα σε εργαζόμενα μέλη των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων (ΚΟΙΝΣΕΠ) επικαλούμενος ότι είναι ιδιοκτήτες και το πρόγραμμα είναι για εργαζόμενους. Π.χ. στη διάρκεια της πανδημίας όλα τα επιδόματα αφορούσαν εργαζόμενους και οι συνεταιρισμοί εργαζομένων εξαιρέθηκαν: χρειάστηκαν μήνες πίεσης και επιστολών από μέρους μας για να τους γίνει σαφές αυτό το υβριδικό καθεστώς ελεύθερου επαγγελματία και εργαζόμενου και τελικά να πάρουν ένα επίδομα. Οπως δεν έχει εμπεδωθεί ακόμη αν είμαστε ή δεν είμαστε κερδοσκοπικοί ή μη κερδοσκοπικοί κοινωφελείς φορείς: από το υπουργείο Πολιτισμού αποκλείονται οι ΚΟΙΝΣΕΠ ως κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και από το Μητρώο Λογιστών αποκλείονται ως κοινωφελείς. Δεν θέλει μια φοβερή δουλειά ούτε κάποια εμβριθή γνωμοδότηση, έχουμε πολλούς εξειδικευμένους νομικούς, μια εγκύκλιος με οδηγίες προς όλους αρκεί».

Ενα ακόμη κρίσιμο πρόβλημα για την ανάπτυξη της ΚΑΛΟ -που από την πρώτη στιγμή ισχύος της νέας νομοθεσίας αντιμετωπίζουν οι φορείς- είναι το χρηματοδοτικό και γενικότερα οι ενισχύσεις, λέει η Γεωργία Μπεκριδάκη: «Το Ταμείο ΚΑΛΟ, που θα διαχειριζόταν και θα διοχέτευε δεκάδες εκατομμύρια σε εγχειρήματα, δεν έγινε ποτέ. Δεν έχει υπάρξει καμία οριζόντια πρόσκληση ή οικονομική ενίσχυση για όλους τους φορείς ΚΑΛΟ που είναι εγγεγραμμένοι στο σχετικό Μητρώο: υπήρξε μια προδημοσίευση, αλλά δεν προχώρησε ποτέ σε δημοσίευση και έτσι δεν λειτούργησε το πρόγραμμα κεντρικά, παρά μόνο σε 3-4 Περιφέρειες που ανέλαβαν την πρωτοβουλία να κάνουν δικές τους προσκλήσεις μέσα από τα ΠΕΠ τους».

Τα προβλήματα χρηματοδότησης δεν σταματούν εδώ, καθώς οι τράπεζες είναι επίσης πολύ φειδωλές στο να δίνουν δάνειο ή και κεφάλαιο κίνησης, ιδίως όταν βλέπουν φορείς με νομικές μορφές που «δεν γνωρίζουν». Η έλλειψη ρευστότητας είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους πολλοί φορείς ΚΑΛΟ αναγκάζονται να κλείνουν και αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε με αντιμετωπιστεί με ειδικές ρυθμίσεις.

«Τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία δεν είναι συνήθως για τα δικά μας στάνταρντ, δεν υπάρχει στην ουσία ένας εγγυοδοτικός μηχανισμός ή -κάτι που κάποια στιγμή κυκλοφόρησε- μικροχρηματοδοτήσεις που είναι εργαλεία γνωστά και αποτελεσματικά. Εχει υπάρξει ένας μηχανισμός μικροχρηματοδοτήσεων, το Co-fund, το οποίο είναι μια πρωτοβουλία ΚΑΛΟ που προσφέρει πολύ μικρά ποσά και είναι πολύ μικρής κλίμακας. Και έτσι, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στο εξωτερικό, έχουμε μείνει σε χαμηλής επένδυσης φορείς. Είμαστε νομικοί φορείς που δεν επιτρέπουν επενδυτές και σωστά γιατί δεν έχουμε κερδοσκοπικό χαρακτήρα. Αλλά αν δεν το επιτρέπεις αυτό, πρέπει εσύ να θεσπίσεις ενισχύσεις».

Η πραγματικότητα είναι πως έγινε ένας νόμος, λειτούργησαν για 30 μήνες και τα Κέντρα Στήριξης ΚΑΛΟ (το μόνο ειδικό πρόγραμμα που υλοποιήθηκε από τα πολλά και φιλόδοξα που αναγγέλθηκαν) και έπειτα στην ουσία όλα σαν να πάγωσαν, σαν να έμειναν μετέωρα σε μια ατέρμονη αναμονή μέτρων που κανένας θεσμικός φορέας δεν φαίνεται πρόθυμος να αναλάβει. Κι όμως.

«Υπάρχει πολύς κόσμος με όρεξη να δουλέψει με αυτό το μοντέλο, έχουμε τις γνώσεις, ξέρουμε τα εργαλεία, υπάρχει η ευρωπαϊκή Οδηγία. Πιστεύω ότι απλώς δεν υπάρχει η πολιτική βούληση και μάλλον δεν είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, που ίσως προτιμά μια στροφή προς τα πιο κερδοσκοπικά εμπορικά μοντέλα τα οποία δεν έχουν το στοιχείο του συνεργατισμού, ούτε του να κάνεις τα πράγματα με έναν καινούργιο και πιο δίκαιο τρόπο» εκτιμά η Γεωργία Μπεκριδάκη. «Αν θέλουμε να μιλάμε για ένα οικοσύστημα και όχι για σκόρπιες προσπάθειες, πρέπει να δημιουργηθούν στοιχειώδεις όροι αναπαραγωγής του. Και αυτό δεν το έχουμε. Σε όλο τον κόσμο κοινωνική οικονομία δεν υπάρχει κι ούτε μπορεί να σταθεί χωρίς τη συνδρομή του Δημοσίου με την ευρύτερη έννοια, είτε είναι ο δήμος, η Περιφέρεια, το κεντρικό κράτος. Δεν γίνεται αλλιώς, είναι σύμμαχοι. Και είναι κομβικό να έχουμε δημόσιες πολιτικές και οικονομική στήριξη από τον δημόσιο τομέα, γιατί αλλιώς αλλοιώνεται μακροπρόθεσμα το ίδιο το πρόταγμα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας».

  • Μέλος του συνεργατικού χώρου Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας DOCK και της Ενωσης Φορέων ΚΑΛΟ Αττικής - Συντονισμός